Νέο σχέδιο αλλαγών στη φορολογική κλίμακα: Μειώσεις φόρων και αναπροσαρμογές στα αφορολόγητα όρια

Νέο σχέδιο αλλαγών στη φορολογική κλίμακα: Μειώσεις φόρων και αναπροσαρμογές στα αφορολόγητα όρια

Η κυβέρνηση ετοιμάζει μόνιμες μειώσεις φόρων για τα μεσαία εισοδήματα από το 2026, με στόχο να περιορίσει το χάσμα μεταξύ της αύξησης του μέσου εισοδήματος και του αντίστοιχου φόρου που επιβάλλεται. Η αρχική ιδέα για τιμαριθμοποίηση της φορολογικής κλίμακας εγκαταλείφθηκε λόγω υψηλού δημοσιονομικού κόστους. Στο επίκεντρο των παρεμβάσεων βρίσκονται αλλαγές στους φορολογικούς συντελεστές εισοδήματος φυσικών προσώπων, ενώ παράλληλα εξετάζεται η αύξηση του αφορολόγητου ορίου για οικογένειες με παιδιά, ως μέτρο στήριξης τους. Το τελικό πακέτο μέτρων αναμένεται να οριστικοποιηθεί μέσα στην επόμενη εβδομάδα σε συσκέψεις που θα πραγματοποιηθούν στο Μέγαρο Μαξίμου.

Η κυβέρνηση βάζει μεγάλο στοίχημα, υπογραμμίζοντας επανειλημμένα τη δέσμευσή της να μειώσει τη φορολογική πίεση που υφίσταται η μεσαία τάξη, η οποία έχει σηκώσει σημαντικό βάρος από την εποχή των Μνημονίων και έπειτα.

Οι προτεινόμενες αλλαγές στη φορολογική κλίμακα, που αναμένεται να εφαρμοστούν στα εισοδήματα του 2026, περιλαμβάνουν:

Τη δημιουργία ενός νέου φορολογικού συντελεστή για τα εισοδήματα από 10.001 έως 20.000 ευρώ. Συγκεκριμένα, εξετάζεται η εισαγωγή ενός ενδιάμεσου συντελεστή για αυτό το εύρος εισοδήματος, ώστε να αντιμετωπιστεί η απότομη αύξηση της φορολογίας που ισχύει σήμερα. Προς το παρόν, ο συντελεστής για τα πρώτα 10.000 ευρώ είναι 9%, ενώ για εισοδήματα άνω των 10.000 ευρώ αυξάνεται ξαφνικά στο 22%, γεγονός που οδηγεί σε σημαντική επιβάρυνση για τα χαμηλά και μεσαία εισοδήματα. Με την πρόταση αυτή, επιχειρείται μια πιο ομαλή μετάβαση μεταξύ των κλιμακίων.

Εξετάζεται η πιθανή μείωση του δεύτερου φορολογικού συντελεστή από 22% σε 15%, κάτι που αναμένεται να κοστίσει περίπου 600 εκατ. ευρώ στο δημόσιο ταμείο. Αν η μείωση περιοριστεί στο 18%, το κόστος εκτιμάται στα 400 εκατ. ευρώ.

Προτείνεται επίσης η δημιουργία ενός νέου χαμηλότερου ενδιάμεσου συντελεστή 15% για το τμήμα του εισοδήματος από 10.001 έως 16.000 ευρώ ετησίως. Αυτή η αλλαγή θα μπορούσε να φέρει ετήσια ελάφρυνση έως 420 ευρώ για μισθωτούς και συνταξιούχους με καθαρό μηνιαίο εισόδημα πάνω από 1.000 ευρώ.

Στο ανώτατο φορολογικό κλιμάκιο, εξετάζεται η αύξηση του ορίου εφαρμογής του συντελεστή 44%, που ισχύει σήμερα από τα 40.000 ευρώ και πάνω, στα 45.000 ή ακόμα και 50.000 ευρώ. Εναλλακτικά, μελετάται η μείωση του συντελεστή κατά 2 έως 4 ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδή στο 42% ή και στο 40%. Μια τέτοια αλλαγή θα μπορούσε να μειώσει τον φόρο κατά 1.000 έως 2.000 ευρώ ετησίως για όσους έχουν εισόδημα πάνω από 40.000 ή 50.000 ευρώ.

Επίσης, υπάρχει πρόταση να αυξηθεί το ποσό εισοδήματος που φορολογείται με τον χαμηλότερο συντελεστή 9%, από τα 10.000 ευρώ στα 12.000 ευρώ, χωρίς να αλλάξουν οι ίδιοι οι συντελεστές. Αυτή η αλλαγή θα μειώσει σημαντικά τη φορολογική επιβάρυνση, για παράδειγμα, για έναν συνταξιούχο με ετήσιο εισόδημα 11.000 ευρώ ο φόρος θα πέσει από 343 σε 231 ευρώ, ενώ για έναν μισθωτό με εισόδημα 15.000 ευρώ ο φόρος θα μειωθεί από 1.283 σε 963 ευρώ.

Τέλος, σχεδιάζεται αύξηση του αφορολόγητου ορίου για οικογένειες με παιδιά, με πιθανή κλιμακωτή προσαρμογή ανάλογα με τον αριθμό των παιδιών. Θυμίζουμε πως από το 2024 ισχύει ήδη αυξημένο αφορολόγητο για αυτές τις οικογένειες: το όριο ανέβηκε κατά 1.000 ευρώ για κάθε περίπτωση, π.χ. από 9.000 σε 10.000 ευρώ για οικογένειες με ένα παιδί, από 10.000 σε 11.000 για δύο παιδιά, και από 11.000 σε 12.000 ευρώ για τρία παιδιά. Ωφελούμενοι από αυτή την πολιτική είναι περίπου 1,34 εκατομμύρια φορολογούμενοι, που αντιπροσωπεύουν πάνω από 4 εκατομμύρια μέλη οικογενειών με παιδιά.

Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα επίσημα δεδομένα του ΟΟΣΑ, η Ελλάδα επιβαρύνει με φόρους τις οικογένειες με παιδιά σε σχεδόν ίδιο επίπεδο με όσους φορολογούμενους δεν έχουν παιδιά. Η διαφορά στη φορολογική επιβάρυνση μεταξύ των γονέων και των μη γονέων κατατάσσει τη χώρα μας στην 4η χειρότερη θέση ανάμεσα στα μέλη του ΟΟΣΑ, με απόκλιση 9 ποσοστιαίων μονάδων από τον μέσο όρο του οργανισμού. Ο ΟΟΣΑ επισημαίνει πως η «φορολογική παγίδα» για τις οικογένειες με δύο παιδιά στην Ελλάδα το 2024 μειώθηκε ελάχιστα, μόλις κατά 0,05 ποσοστιαίες μονάδες, φτάνοντας το 37,3%. Το ποσοστό αυτό είναι περισσότερο από διπλάσιο σε σχέση με τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ, που βρίσκεται γύρω στο 25,7%.

Παράλληλα, εξετάζεται η αύξηση του βασικού αφορολόγητου ορίου για άγαμους φορολογούμενους χωρίς παιδιά από 8.636 σε 10.000 ευρώ. Η μείωση του αφορολόγητου στα 8.636 ευρώ είχε επιβληθεί ως μέτρο κατά την περίοδο των μνημονίων το 2016 και είχε ως αποτέλεσμα ακόμη και εργαζόμενοι με πολύ χαμηλά εισοδήματα, της τάξης των 620 ευρώ το μήνα, να επιβαρύνονται με φόρο εισοδήματος. Αυτό αποτελεί έναν από τους βασικούς λόγους που οι αυξήσεις στους μισθούς δεν έχουν ουσιαστικό αντίκτυπο στα καθαρά εισοδήματα των ελληνικών νοικοκυριών. Όπως σημειώνεται, η αύξηση του αφορολόγητου θα έδινε σημαντική ανάσα στο διαθέσιμο εισόδημα των φορολογούμενων.

Μείωση τεκμηρίων διαβίωσης
Η σταδιακή μείωση των τεκμηρίων διαβίωσης κατά 30% αναμένεται να ελαφρύνει περισσότερο από 1,5 εκατομμύριο φορολογούμενους, κυρίως μισθωτούς και συνταξιούχους, που επιβαρύνονται με επιπλέον φόρο λόγω φορολογητέου εισοδήματος που υπολογίζει η Εφορία, αλλά στην πραγματικότητα δεν διαθέτουν. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία, πέρυσι πάνω από 1,54 εκατομμύρια φορολογούμενοι «πιάστηκαν» από τα τεκμήρια, με επιπλέον εισόδημα που τους καταλογίστηκε να φτάνει τα 4,4 δισεκατομμύρια ευρώ, ενώ είχαν δηλώσει μόνο 2,9 δισεκατομμύρια ευρώ. Συνολικά, δηλαδή, φορολογήθηκαν για εισόδημα ύψους 7,3 δισεκατομμυρίων ευρώ.

πηγή capital.gr/επιμέλεια Π&Π

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
Μοιραστείτε τό