
Παύλος Χρηστίδης: “Υπάρχει άλλος δρόμος διακυβέρνησης, αξιόπιστος και δίκαιος για όλους”
«Υπάρχει άλλος δρόμος διακυβέρνησης, που είναι και αξιόπιστος και μπορεί να
οδηγήσει την Ελλάδα σε καλύτερες μέρες για όλους, όχι για λίγους και
εκλεκτούς», δήλωσε ο Παύλος Χρηστίδης, Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος ΠΑΣΟΚ –
Κινήματος Αλλαγής, σε τηλεοπτική συνέντευξη στο Open και την εκπομπή
“Τώρα μαζί”, παραπέμποντας στην ομιλία του Νίκου Ανδρουλάκη, στη Διεθνή
Έκθεση Θεσσαλονίκης, η οποία «έδειξε σοβαρότητα, θέτοντας προτεραιότητες
που έχουν να κάνουν με τους νέους ανθρώπους, με την αντιμετώπιση του
δημογραφικού, με τους εργαζόμενους του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα, με
τους συνταξιούχους, με τους μικρομεσαίους και κυρίως έχουν να
κάνουν συνολικά με την πατρίδα μας, η οικονομία της οποίας αφελληνίζεται
μέρα τη μέρα».
Τόνισε ότι το ΠΑΣΟΚ, το τελευταίο χρονικό διάστημα, με τις πρωτοβουλίες,
τις ενέργειες και τις προτάσεις του, παρουσιάζει έναν εναλλακτικό δρόμο
διακυβέρνησης, όχι μόνο πολιτικά και οικονομικά αλλά και αξιακά.
«Να δημιουργήσουμε την αίσθηση ότι αν υπάρχει ένας υπουργός, ο οποίος
εμπλέκεται σε μια υπόθεση, θα αφήσουμε τη δικαιοσύνη να τον ελέγξει. Όχι να τον
καταδικάσει, να τον ελέγξει. Βγαίνει η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία και λέει ότι μόνο
η Ελλάδα και η Σλοβακία δεν την αφήνουν να κάνει τη δουλειά της, για την υπόθεση
του ΟΠΕΚΕΠΕ. Έχουμε την υπόθεση των Τεμπών, στην οποία η Νέα Δημοκρατία δεν
μας άφησε να καλέσουμε τον αρμόδιο υπουργό, τον κ. Τριαντόπουλο, τον οποίο
στη συνέχεια “έδιωξε” με προανακριτική επιτροπή», σημείωσε.
Όπως είπε, ο Κοινοβουλευτικός Εκπρόσωπος του ΠΑΣΟΚ, αυτή η πολιτική
μπορεί να υλοποιηθεί μέσα από εκλογές, από τις οποίες το κόμμα θα κριθεί
απέναντι σε εκείνες τις επιλογές της ΝΔ «που κοστίζουν πολύ ακριβά στον Έλληνα
πολίτη». «Μιλάμε για κάτι το οποίο περιλαμβάνει και όραμα για μια Ελλάδα του 2030, η οποία
είναι πολύ πιο δίκαιη από αυτό που βιώνουμε σήμερα, με ένα διαφορετικό
παραγωγικό μοντέλο και με ένα κράτος που θα λειτουργεί ως σύμμαχος για τους
Έλληνες, ένα κράτος που θα ανοίγει πόρτες στους πολίτες και δεν θα τις
κλείνει, όπως το έχει κάνει το επιτελικό κράτος της Νέας Δημοκρατίας», συμπλήρωσε.
Με φόντο, δε, τις δημοσκοπήσεις που έγιναν, την περασμένη εβδομάδα, μετά
την ομιλία του πρωθυπουργού, στη Θεσσαλονίκη, σχολίασε ότι: «Δεν
θυμάμαι, τα προηγούμενα χρόνια να έχει ξανασυμβεί, να μετριούνται τα κόμματα
της αντιπολίτευσης χωρίς καν να έχουν ανέβει στη ΔΕΘ και να βλέπουμε
αποτελέσματα χωρίς να έχουν καταθέσει το πολιτικό τους πλαίσιο. Και το να
καλούμαστε εμείς σήμερα να τοποθετηθούμε πάνω σε δημοσκοπήσεις οι
οποίες έγιναν αφότου ο μοναδικός πολιτικός αρχηγός που έχει μιλήσει
ήταν ο κ. Μητσοτάκης, είναι κάτι το οποίο θεωρώ λίγο άδικο».
Αναφερόμενος στο θέμα της ακρίβειας, υπενθύμισε ότι το ΠΑΣΟΚ έχει πάρει μια
σειρά πρωτοβουλιών, μέσα και έξω από τη Βουλή, όπως για παράδειγμα στο ζήτημα
των τραπεζικών χρεώσεων και της μείωσης του ΦΠΑ σε βασικά αγαθά.
«Το ΠΑΣΟΚ πρότεινε, στα τέλη του προηγούμενου χρόνου, να υπάρξει μια
δίκαιη φορολόγηση όλων αυτών των υπερκερδών, ώστε οι Έλληνες πολίτες να
μπορέσουν να πάρουν ένα κομμάτι αυτών των κερδών. Η Νέα Δημοκρατία τι έκανε;
Απέρριψε τη δική μας πρόταση και έκανε ένα χάδι προς τις τράπεζες. Το ίδιο
ακριβώς και στο κομμάτι των τροφίμων και της ενέργειας. Η αντιπολίτευση,
μέσα στη Βουλή, πολλές φορές έχει πάρει κοινές πρωτοβουλίες γύρω από μια σειρά
ζητημάτων. Θα θυμάστε ότι για πολύ καιρό τώρα το ΠΑΣΟΚ, με πολλές
διαφορετικές τροπολογίες, ζητάει τη μείωση των έμμεσων φόρων, ειδικά του
ΦΠΑ», πρόσθεσε. Απέναντι σε αυτά τα οποία έλεγε το ΠΑΣΟΚ, διευκρίνισε, και ενώ η κυβέρνηση
έλεγε ότι αυτά τα πράγματα δεν μπορούν να αποδώσουν, «έρχεται ο κ. Μητσοτάκης
και λέει ότι θα μειώσουμε τον ΦΠΑ σε μία σειρά από νησιά. Στην πραγματικότητα,
εδώ έχουμε μια πλήρη υποκρισία. Γιατί η ανάγκη μείωσης του ΦΠΑ είναι συνολική
στην ελληνική κοινωνία. Γιατί ο Έλληνας εργαζόμενος έχει έσοδα τα οποία
φτάνουν μέχρι τις 15 πρώτες μέρες του μήνα».
Όπως, χαρακτηριστικά, είπε, το κλειδί είναι να υπάρχουν κανόνες στην αγορά.
Μέμφθηκε τη ΝΔ ότι «έχει διαλύσει την Επιτροπή Ανταγωνισμού. Δεν αφήνει το
καταναλωτικό κίνημα να κάνει τη δουλειά του. Δεν λειτουργεί έτσι όπως
θα έπρεπε να λειτουργήσει ο ανταγωνισμός. Αυτό όπως καταλαβαίνετε
δημιουργεί πολύ μεγάλες ανισότητες. Η Ελλάδα σε μία σειρά κρίσιμων βασικών
προϊόντων που συζητάμε έχει τις ακριβότερες τιμές σε όλη την Ευρώπη.
Αυτό είναι το εθνικό πρόβλημα που έχει δημιουργήσει η κυβέρνηση της Νέας
Δημοκρατίας. Είτε στο ρεύμα, είτε στα ενοίκια, είτε ακόμη και στα καύσιμα,
έχουμε από τις ακριβότερες τιμές πανευρωπαϊκά. Αυτό γιατί συμβαίνει;
Γιατί υπάρχουν στρεβλώσεις, γιατί αυτή η κυβέρνηση αρνείται να συγκρουστεί με
κάποια συμφέροντα».