Ισλανδία: Εντοπίστηκε αρχαίο γενετικό υλικό που ενδέχεται να «αναδιαμορφώσει» όσα γνωρίζουμε για την ιστορία των κατοίκων της.

Ισλανδία: Εντοπίστηκε αρχαίο γενετικό υλικό που ενδέχεται να «αναδιαμορφώσει» όσα γνωρίζουμε για την ιστορία των κατοίκων της.

Αρχαίο γενετικό υλικό που αναλύθηκε για τους Σκανδιναβούς δείχνει ότι η Ισλανδία ίσως κατοικήθηκε περίπου 70 χρόνια νωρίτερα από την μέχρι σήμερα αποδεκτή χρονολογία. Παράλληλα, τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι η άφιξη των πρώτων ανθρώπων δεν είχε απαραίτητα τις αρνητικές περιβαλλοντικές συνέπειες που θεωρούνταν για δεκαετίες.

Σύμφωνα με τα ιστορικά αρχεία, η εγκατάσταση στην Ισλανδία τοποθετείται γύρω στο 870 μ.Χ. από Βίκινγκ ή Σκανδιναβούς που αξιοποίησαν τα δάση ως βασική πηγή πρώτων υλών. Έκτοτε, η δασική κάλυψη περιορίστηκε στο 2% της χώρας, εξαιτίας της χρήσης ξυλείας για καύσιμα, οικοδομή και καλλιέργειες, όπως αναφέρει το New Scientist.

Το μακρύσπιτο που αλλάζει την ιστορία

Αρχαιολόγοι βρήκαν ένα ξύλινο μακρύσπιτο κοντά στο φιόρδ Stöðvarfjörður στα ανατολικά της Ισλανδίας, χρονολογημένο γύρω στο 874 μ.Χ. Κάτω από αυτό, όμως, εντοπίστηκε ακόμη παλαιότερη κατασκευή, πιθανότατα θερινός, μη μόνιμος οικισμός, που φαίνεται να χτίστηκε στη δεκαετία του 800 – επτά δεκαετίες πριν την επίσημη ημερομηνία εποικισμού. Το εύρημα αυτό δεν έχει ακόμη δημοσιευθεί σε επιστημονικό άρθρο.

Τι αποκαλύπτουν τα ιζήματα

Δύο πυρήνες ιζημάτων από τη λίμνη Tjörnin στο Ρέικιαβικ αναλύθηκαν από τον Eske Willerslev και την ομάδα του στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης. Με ραδιοχρονολόγηση και ανάλυση ισοτόπων πλουτωνίου, χαρτογραφήθηκαν στρώματα ηφαιστειακής τέφρας από το 200 μ.Χ. έως σήμερα. Το στρώμα τέφρας Landnám (περ. 877 μ.Χ.) συμπίπτει με τα περισσότερα ίχνη ανθρώπινης παρουσίας, όμως οι ερευνητές εντόπισαν αύξηση της λεβογλυκοζάνης – ένδειξη καύσης βιομάζας – ήδη από το 810 μ.Χ. Μαζί βρέθηκαν και ιοί που σχετίζονται με λύματα.

Αμφισβητήσεις και αντίλογος

Ορισμένοι επιστήμονες βλέπουν τα νέα δεδομένα με επιφύλαξη. Ο Chris Callow από το Πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ θεωρεί το 810 «πολύ πρώιμο» για την εξάπλωση των Βίκινγκ στον Βόρειο Ατλαντικό, ενώ η Catherine Catlin από το Jacksonville State επισημαίνει ότι τα στοιχεία για τόσο νωρίς δεν είναι επαρκή – οι βιοδείκτες λυμάτων δείχνουν μόνο μια μικρή κορύφωση γύρω στο 800 και έπειτα σιωπή μέχρι τον 20ό αιώνα. Επίσης υπενθυμίζει ότι πυρκαγιές μπορούν να προκληθούν και από φυσικά αίτια, όπως κεραυνούς.

Νέα στοιχεία για το περιβάλλον

Οι ερευνητές εντόπισαν ακόμη αύξηση της τοπικής βιοποικιλότητας, κάτι που ίσως συνδέεται με ζώα βοσκής, πρώιμες καλλιέργειες και μικρής κλίμακας παραγωγή κριθαριού για μπύρα. Επίσης, δεδομένα eDNA από γύρη δείχνουν αύξηση της σημύδας και της ιτιάς την περίοδο εγκατάστασης, γεγονός που αμφισβητεί τη θεωρία ότι οι άποικοι ήταν αποκλειστικά υπεύθυνοι για την αποψίλωση.

Από το 900 έως το 1200 μ.Χ., οι κόκκοι γύρης σημύδας φαίνεται να πενταπλασιάστηκε, κάτι που η ερευνητική ομάδα αποδίδει πιθανώς σε μια συνειδητή διαχείριση του τοπίου από τους πρώτους αποίκους, οι οποίοι φρόντιζαν να προστατεύουν τα δέντρα από τα ζώα ώστε να διασφαλίζουν επαρκή ξυλεία και καύσιμη ύλη.

Σύμφωνα με τα ευρήματα, χρειάστηκαν περίπου 70 χρόνια μετά την αρχική εγκατάσταση για να αυξηθεί αισθητά ο αριθμός των ζώων. Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι, προκειμένου να εμφανιστεί στο eDNA καταγεγραμμένη η συσσώρευση των κοπαδιών, θα έπρεπε να έχουν περάσει περίπου δύο δεκαετίες.

πηγή rosa/επιμέλεια Π&Π

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
Μοιραστείτε τό