Καμπανάκι στον τουρισμό: Μειωμένη κίνηση και έσοδα μετά τον Δεκαπενταύγουστο

Καμπανάκι στον τουρισμό: Μειωμένη κίνηση και έσοδα μετά τον Δεκαπενταύγουστο

Μειωμένη τουριστική κίνηση μετά τον Δεκαπενταύγουστο – Υποτονικά τα έσοδα σε παράκτιες περιοχές

Στους παραθαλάσσιους προορισμούς που εξαρτώνται κυρίως από τον εσωτερικό τουρισμό, οι επιχειρηματίες διαπιστώνουν ότι οι Έλληνες μειώνουν ολοένα και περισσότερο τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών τους — συχνά επιλέγοντας να λείψουν μόνο για μια εβδομάδα.

Η φετινή τουριστική σεζόν στην Ελλάδα χαρακτηρίζεται από υψηλή συγκέντρωση της τουριστικής ζήτησης σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα. Οι πληρότητες στους δημοφιλέστερους προορισμούς άγγιξαν το 100%, αλλά μόνο για ένα σύντομο διάστημα περίπου 20 ημερών (3–24 Αυγούστου). Μετά τις 24 Αυγούστου, η εικόνα αλλάζει απότομα: η πληρότητα πέφτει στο μισό και πολλά καταλύματα μένουν με άδεια δωμάτια, παρά το γεγονός ότι ο καιρός παραμένει καλοκαιρινός.

Κατά τους επαγγελματίες του χώρου, αυτή η συμπίεση της τουριστικής περιόδου δεν είναι τυχαία ή παροδική, αλλά φαίνεται να γίνεται νέα πραγματικότητα. Αυτό έχει σοβαρές συνέπειες στη βιωσιμότητα μικρών και μεσαίων τουριστικών επιχειρήσεων.


Λιγότερες διακοπές, λιγότερα έξοδα

Η μείωση δεν αφορά μόνο τη διάρκεια των διακοπών, αλλά και τις καταναλωτικές συνήθειες. Οι Έλληνες ταξιδιώτες, για να περιορίσουν τα έξοδά τους, αποφεύγουν να τρώνε συχνά έξω και επιλέγουν να αγοράζουν τρόφιμα από σούπερ μάρκετ, μαγειρεύοντας μόνοι τους. Αυτή η αλλαγή στη συμπεριφορά δείχνει μια γενικότερη μετατόπιση της νοοτροπίας, με την εξοικονόμηση να τίθεται σε προτεραιότητα έναντι της παραδοσιακής κατανάλωσης στις διακοπές.

Αν και αυτό μπορεί να βοηθά τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς, έχει σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στις επιχειρήσεις εστίασης, που αποτελούν βασικό κομμάτι της τουριστικής οικονομίας.


Οι ξένοι τουρίστες δεν «αναπληρώνουν» την πτώση

Η κάμψη της ελληνικής ζήτησης καλούνται να καλύψουν οι ξένοι επισκέπτες. Ωστόσο, σύμφωνα με επαγγελματίες του τουρισμού, η πλειονότητα των ξένων φέτος είναι νεότερης ηλικίας και χαμηλότερης αγοραστικής δύναμης. Προτιμούν οικονομική διαμονή (π.χ. ενοικιαζόμενα δωμάτια ή Airbnb), ξοδεύουν λιγότερο στις τοπικές επιχειρήσεις και αναζητούν δραστηριότητες που δεν κοστίζουν πολύ.

Παρότι οι αφίξεις τουριστών προβλέπεται να φτάσουν τα 37 εκατομμύρια φέτος (από 36 εκατ. το 2024), οι συνολικές εισπράξεις εκτιμάται ότι θα μείνουν σταθερές, περίπου στα 20,5 δισ. ευρώ, δηλαδή χωρίς αύξηση παρά τον μεγαλύτερο αριθμό επισκεπτών.


Περισσότεροι τουρίστες, αλλά λιγότερα έσοδα

Η εξέλιξη αυτή δημιουργεί προβληματισμό για δύο βασικούς λόγους:

  1. Η μέση δαπάνη ανά επισκέπτη μειώνεται, γεγονός που δείχνει είτε στροφή προς πιο οικονομικό τουρισμό είτε μείωση εξόδων λόγω οικονομικών περιορισμών.

  2. Η αδυναμία αναβάθμισης του τουριστικού προϊόντος υποδεικνύει ότι η Ελλάδα δεν καταφέρνει να προσελκύσει τουρίστες υψηλότερης οικονομικής αξίας ή να τους προσφέρει πιο ποιοτικές εμπειρίες.

Με απλά λόγια, το να έρχονται περισσότεροι τουρίστες δεν σημαίνει απαραίτητα περισσότερα έσοδα. Αντιθέτως, η πίεση στους πόρους και τις υποδομές της χώρας αυξάνεται, χωρίς το αντίστοιχο οικονομικό όφελος.

Με αναφορές από:dnews.gr/Επιμέλεια:ΜΚΜ

ΚΑΤΗΓΟΡΙΑ
Μοιραστείτε τό